Ριδινιλαζόλη: ένα νέο φάρμακο έναντι του Κλωστηριδίου

29 Σεπτεμβρίου 2020 6:48 pm
15948 φορές

Η λοίμωξη από Κλωστηρίδιο (Clostridium difficile) παραμένει μια παγκόσμια απειλή για τη δημόσια υγεία και οι περιορισμένες θεραπευτικές επιλογές εμπνέουν ανησυχία. Προς το παρόν, η θεραπεία της οξείας λοίμωξης από Κλωστηρίδιο γίνεται με τα αντιβιοτικά μετρονιδαζόλη, βανκομυκίνη και φινταξομυκίνη, ενώ επιπλέον το μονοκλωνικό αντίσωμα bezlotoxumab χρησιμοποιείται ως συμπληρωματική θεραπεία για την πρόληψη των υποτροπών.

Η μετρονιδαζόλη δεν είναι πλέον ελκυστική θεραπευτική επιλογή λόγω της ανάπτυξης αντοχής και της μειονεκτικής κλινικής ανταπόκρισης. Η βανκομυκίνη αποτελεί την πρώτης γραμμής θεραπευτική επιλογή, εντούτοις η υποτροπή της λοίμωξης παραμένει ένα σημαντικό ζήτημα με αυτό το αντιβιοτικό. Η φινταξομυκίνη έχει αποδείξει παρόμοια αποτελεσματικότητα με εκείνη της βανκομυκίνης με το πλεονέκτημα των χαμηλών ποσοστών υποτροπής. Εντούτοις, η φινταξομυκίνη δεν είναι τόσο αποτελεσματική έναντι του στελέχους BI/NAP1/027 (ριβότυπος 027), που είναι ανθεκτικό έναντι των φθοριοκινολονών και που αποτελεί κυρίαρχο στέλεχος στη Βόρεια Αμερική.

Η ριδινιλαζόλη (παλαιότερα ήταν γνωστή ως SMT19969) είναι μια νέα και ελπιδοφόρα θεραπευτική επιλογή καθώς εμφανίζει ταχεία βακτηριοκτόνο δράση έναντι του Κλωστηριδίου. Το χημικό της όνομα είναι 2,2′-bis(4-pyridyl)3H,3′H 5,5′-bibenzimidazole και φαίνεται ότι υπεισέρχεται στην κυτταρική διαίρεση. Η ριδινιλαζόλη χορηγείται από το στόμα και απορροφάται ελάχιστα από το γαστρεντερικό αυλό οδηγώντας σε χαμηλά επίπεδα στη συστηματική κυκλοφορία και σε υψηλές συγκεντρώσεις στα κόπρανα. Οι νεότερες μελέτες σχετικά με το νέο αυτό φάρμακο συνοψίζονται σε μια ενδιαφέρουσα ανασκόπηση στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού της Ελληνικής Γαστρεντερολογικής Εταιρείας Annals of Gastroenterology.

Η υπάρχουσα βιβλιογραφία υποστηρίζει ότι η ριδινιλαζόλη έχει λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες στο εντερικό μικροβίωμα και φαίνεται να μειώνει την παραγωγή των τοξινών του Κλωστηριδίου. Τα αποτελέσματα των μελετών φάσεως ΙΙ δείχνουν ότι οι ασθενείς με Κλωστηριδιακή λοίμωξη που έλαβαν ριδινιλαζόλη παρουσίασαν υψηλότερη μακροχρόνια κλινική ανταπόκριση σε σύγκριση με όσους έλαβαν βανκομυκίνη (66.7% έναντι 42.4%, P=0.0004). Οι ανεπιθύμητες ενέργειες δεν διέφεραν στατιστικώς σημαντικά μεταξύ της ριδινιλαζόλης και της βανκομυκίνης (40% έναντι 56% αντίστοιχα), με τις σημαντικότερες να αφορούν προβλήματα από το γαστρεντερικό σύστημα. Συγκεκριμένα, ναυτία παρουσίασαν το 20% και κοιλιακό πόνο το 12% των ασθενών που έλαβαν ριδινιλαζόλη.

Τα αποτελέσματα των μελετών φάσεως ΙΙ είναι ελπιδοφόρα και αναμένονται τα αποτελέσματα των μελετών φάσεως ΙΙΙ που είναι ήδη σε εξέλιξη ώστε να αποσαφηνίσουν περαιτέρω το ρόλο και την αξία της ριδινιλαζόλης στη λοίμωξη από Κλωστηρίδιο.

 

Βιβλιογραφία

Cho JC, Crotty MP, Pardo J. Ridinilazole: a novel antimicrobial for Clostridium difficile infection. Ann Gastroenterol 2019;32:134-140.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΕΛΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΛΙΚΟΒΑΚΤΗΡΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΠΥΛΩΡΟΥ

Ελληνική Εταιρεία Μελέτης Ελικοβακτηριδίου του Πυλωρού και λοιπών Λοιμώξεων του Πεπτικού

Επικοινωνηστε μαζι μας